ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ Ο “ΤΟΥΡΚΟΦΑΓΟΣ”
Ο Νικηταράς και η Μάχη στα Δερβενάκια.
Ένας από τους πιο γνωστούς και γενναίους ήρωες του 1821 ήταν αναμφίβολα ο Νικηταράς, γνωστός ως «Τουρκοφάγος». Τίμιος και ανιδιοτελής, από την αρχή της επανάστασης βρισκόταν πάντα στην πρώτη γραμμή στο πλευρό του θείου του, Κολοκοτρώνη. Είναι πολλά αυτά που έχουν γραφεί και η ιστορία του μεγάλη για να ειπωθεί μονομιάς. Έτσι, θα κάνουμε μια μικρή διήγηση του πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα εκείνη την ημέρα και πώς αυτός ο απλός άνθρωπος έγραψε με χρυσά γράμματα το όνομα του στο μεγάλο βιβλίο της Ελληνικής Ιστορίας, που είναι γεμάτο από αγώνες για την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ!
Βρισκόμαστε στο καλοκαίρι του 1822. Ο Δράμαλης αποφασίζει να πάρει το στρατό του ο οποίος υποφέρει από πείνα και αρρώστιες εξαιτίας της παγίδας του Κολοκοτρώνη, ο οποίος εφάρμοσε την τακτική της καμένης γης και δεν άφησε ούτε φύλλο πράσινο για τον τουρκικό στρατό. Προσπάθησε να ξεγελάσει με ψεύτικες πληροφορίες τους Έλληνες ότι θα φύγει για Τρίπολη. Όλοι, λοιπόν, το χάψανε εκτός από έναν… τον Κολοκοτρώνη! Ο γέρος με το κοφτερό του μυαλό και τη μεγάλη του πείρα τον είχε πάρει χαμπάρι και ήξερε πως ο Δράμαλης είχε μόνο μια επιλογή. Να επιστρέψει στην Κόρινθο. Και ο δρόμος για Κόρινθο περνούσε από τα Δερβενάκια.
Έτσι πήρε τα παλληκάρια του και κίνησε για κει. Με τις οδηγίες του Κολοκοτρώνη οι άνδρες του έπιασαν τις πλαγιές αποδώ και αποκεί, με την εντολή να μη χτυπήσουν πριν δώσει εκείνος το σύνθημα. Εν τω μεταξύ είχε στείλει το ξάδερφό του Αντώνη Κολοκοτρώνη να πιάσει τον Άη-Σώστη σε περίπτωση διαφυγής των Τούρκων. Εκεί έτρεξε κι ο Νικηταράς μαζί με τα παλληκάρια τα δικά του αλλά και των Παπαφλέσσα και Υψηλάντη.
Η μάχη παίρνει φωτιά. Οι Έλληνες χτυπούν ανελέητα τους Τούρκους, που δεν ξέρουν πώς να φυλαχτούν. Τρέχει το ιππικό ποδοπατώντας όποιον βρίσκει μπροστά του να ξεφύγει. Φτάνει στον Άη-Σώστη όπου τον σταματάν, αρχικά τα παλληκάρια του Αντώνη Κολοκοτρώνη. Η συμπλοκή είναι άγρια αλλά και άνιση για τους Έλληνες που ήταν λιγοστοί και πεζοί και αναγκάζονται να τραβηχτούν ψηλότερα. Ο κίνδυνος να διαφύγει μεγάλο μέρος του στρατού είναι μεγάλος. Αλλά να που στην κρίσιμη αυτή στιγμή βγαίνει μπροστά ο πανταχού παρών αθάνατος Νικηταράς! Θα ήταν έξι η ώρα το απόγευμα που έφτασε, καθυστερημένος από λανθασμένη πληροφορία για την πορεία της στρατιάς του Δράμαλη, ακριβώς όταν άρχιζε να σπάει η αντίσταση των Ελλήνων. Τραβάει και ο Τουρκοφάγος το σπαθί του και ορμάει απόκοσμος και φοβερός παίρνοντας τούρκικα κεφάλια, για ν’ αποδείξει και πάλι πως άξια φέρει αυτόν τον βαρύ τίτλο, αλλά και για να σώσει την Επανάσταση ολόκληρη. Όσον αφορά το πώς πολέμησε θα προτιμήσουμε να το δείξουμε παραθέτοντας το παρακάτω σχετικό απόσπασμα από το βιβλίο του Σπύρου Μελά « Ο Γέρος του Μωριά», δίνοντας έτσι μια χαρακτηριστική εικόνα από τη μάχη που αφάνισε το Δράμαλη:
«… Ο ήλιος έγερνε κι έπαιρνε κάπως να δροσίσει, όταν ο πόλεμος άναψε φοβερός στον Άη-Σώστη. Πρώτος όρμησε με το σπαθί στο χέρι ο Νικηταράς και πίσω τα παλληκάρια του μ’ αλαλαγμούς. Καθώς οι Τούρκοι βγαίνουν πυκνοί στο ρέμα, τους πελεκάει σαν μανιασμένος κλαδευτής σε λόγγο. Δεκαοχτώ κεφάλια, λένε, πήρε στο πρώτο του γιουρούσι. Άντρακλας, μα λυγερός και σβέλτος, φτεροπόδαρος, με χέρι ατσαλένιο, βαρύ, κάθε χτύπος και ζωή θερισμένη. Στήθος, μορφή, μπράτσα, βουτιούνται στο αίμα σε λιγάκι. Και μοιάζει με λιοντάρι που ΄πεσε σε κοπάδι ζαρκαδιών και σπαράζει και ρημάζει. Η μεγάλη, αγαθή καρδιά που σφίγγεται για μια στιγμή από τον κόμπο της ανθρώπινης συμπόνιας. Λίγο ακόμα και λυγάει. Η σκληρή προσταγή του χρέους τον κρατεί: -Κουράγιο Νικήτα, φωνάζει δυνατά στον εαυτό του, παραμιλώντας. Τούρκους σφάζεις! Το σπαθί του τσακίζεται. Φουχτώνει άλλο, κι αυτό στα δύο. Κι άλλο, κι άλλο, τέσσερα σπαθιά χαλάει. Και δεν λέει πια να κάμει έλεος.»
Captain 16