ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΤΡΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ

Μετά από έναν κουραστικό και ατελείωτο χρόνο, επιτέλους καλοκαιρινές διακοπές! Εγώ με την οικογένειά μου αποφασίσαμε να πάμε διακοπές στη Ρόδο, σε κάτι φίλους μας για τέσσερις ημέρες. Δεν ενθουσιάστηκα καθόλου. Κάναμε τρία μπάνια και πήγαν σε μία ταβέρνα. Αυτές ήταν οι έξόδοί μας. Οι φίλοι μας δεν είχαν παιδιά, οπότε δεν είχα παρέα. Αυτές ήταν οι διακοπές μας.

Μετά από αυτές γυρίσαμε στην πόλη, όπου είχε απίστευτη ζέστη. Η παρέα μου ήταν όλοι σε διακοπές και έτσι δεν είχα καμία φίλη. Έτσι μετά από αυτό το σύννεφο απογοήτευσης, ήρθε σαν έκρηξη χαράς και ενθουσιασμού η πρόταση της φίλης μου της Αρετής να πάω για τρεις ημέρες στο εξοχικό της. Όταν το είπα στους γονείς μου, αρχικά αρνήθηκαν· μετά όμως μίλησαν τηλεφωνικά με τους γονείς της Αρετής και άρχισε να τους αρέσει η ιδέα. Βέβαια το θέμα της μετακίνησης ήταν λίγο πρόβλημα, γιατί ούτε οι γονείς της Αρετής ήταν διατεθειμένοι να με φέρουν ούτε οι δικοί μου. Το μόνο μέσον ήταν το λεωφορείο. Επέμενα τόσο πολύ ώστε τελικά με άφησαν!

Την επόμενη ημέρα θα έφευγα. Αφού ετοίμασα τα πράγματά μου έπεσα για ύπνο. Η ώρα ήταν 11:00 το βράδυ , για μένα ήταν νωρίς αλλά νύσταζα. Έτσι έκανα έναν βαθύ ύπνο γεμάτο όνειρα με θάλασσες παιχνίδια και διασκέδαση! Η επόμενη ημέρα κύλησε ομαλά. Το απόγευμα έφτασε και εγώ ήμουν σε αναμμένα κάρβουνα. Έκανα χίλιες φορές έλεγχο την τσάντα. Ήθελα να μην ξεχάσω τίποτα. Το λεωφορείο θα ερχόταν στις 8. Έγώ, μετά τον αποχαιρετισμό με τους γονείς μου , 20 : 45 βρισκόμουν στην στάση.

Το λεωφορείο καθυστέρησε λίγο, αλλά δεν με πείραξε. Κατά τις 9:00 φτάσαμε στην Κάρυανη· εκεί με περίμενε η Αρετή με τον μπαμπά της και με το αυτοκίνητο πήγαμε στο σπίτι τους. Το σπίτι τους   ήταν αρκετά μικρό αλλά η Αρετή ήταν μοναχοπαίδι και είχε δικό της δωμάτιο. Έτσι εγώ θα κοιμόμουν σε ένα ράντζο στο δωμάτιο της. Όταν ταιριαχτήκαμε στο δωμάτιο, η ώρα είχε πάει 10:00 Πήρα τηλέφωνο τους γονείς μου, για να πω ότι έφτασα και μετά κουρασμένη έπεσα για ύπνο. Στο κρεβάτι πριν κοιμηθούμε η Αρετή με πληροφόρησε ότι με την παρέα της ξυπνάνε κατά τις 9:00 και πηγαίνουν θάλασσα καθώς εκείνη την ώρα δεν έχει κόσμο. Το σπίτι ήταν ακριβώς μπροστά στη θάλασσα και αυτό ήταν υπέροχο.

 

 

ΜΕΡΑ ΠΡΩΤΗ

          Το πρωί ο ήλιος έλαμπε και  μετά από ένα ελαφρύ πρωινό πήγαμε στην παραλία. Η ώρα ήταν δέκα. Η παρέα της Αρετής ήταν  πέντε παιδιά, αγόρια και κορίτσια. Στην θάλασσα αγωνιζόμασταν στο κολύμπι και στα μακροβούτια, ύστερα με μία μπάλα παίζαμε κορόιδο. Το καλύτερο ήταν οι κοκορομαχίες. Χωριζόμασταν σε δυάδες, ο ένας ανέβαινε στους ώμους του άλλου και προσπαθούσε να ρίξει τους άλλους δύο. Είχε πολύ πλάκα. Μετά από ένα δίωρο μπάνιο βγήκαμε στην παραλία, φάγαμε ένα φρούτο και παίξαμε βόλεϊ και ρακέτες. Ήταν πολύ ωραία. Η ώρα ήταν μία και μισή και αρχίσαμε να πεινάμε. Προς μεγάλη ευχαρίστηση όλων, θα κάναμε πικνίκ στην παραλία! Η Κατερίνα θα έφερνε αναψυκτικά και στρώμα. Εγώ με την Αρετή πήγαμε να κάνουμε σάντουιτς. Σε ένα τέταρτο το πικνίκ ήταν έτοιμο. Πάνω στο στρώμα ήταν απλωμένα πέντε μικρά μπουκάλια πορτοκαλάδας και πέντε σάντουιτς. Τα σάντουιτς περιείχαν σαλάμι, τυρί, ντομάτα και μαρούλι. Όλα ήταν πεντανόστιμα! Μετά από αυτό το χορταστικό γεύμα, πήγαμε να κάνουμε μπάνιο στις εξωτερικές ντουζιέρες. Νυσταγμένοι πήγαμε για μεσημεριανό ύπνο. Στις 7:00 συναντηθήκαμε ξανά και πήγαμε σε  ένα πολύ ωραίο, μικρό μαγαζάκι. Στα τραπέζια υπήρχαν διάφορα παράξενα επιτραπέζια. Καθίσαμε σε ένα από αυτά και παραγγείλαμε χυμούς. Ανακαλύψαμε νέα ομαδικά παιχνίδια και περάσαμε υπέροχα. Όταν τελικά μετά από ώρες αποφασίσαμε να φύγουμε, είχε βραδιάσει. Αποχαιρετιστήκαμε και πήγαμε στα σπίτια μας.

ΜΕΡΑ ΔΕΥΤΕΡΗ

          Το πρωί η μητέρα της Αρετής μας είχε φτιάξει εκλεκτό πρωινό. Είχε στρώσει στο τραπέζι αυγόφετες με θυμαρίσιο μέλι, ζάχαρη και τυρί. Είχε τοστ με κασέρι λιωμένο και τυρί. Επίσης είχε κρέπες με σοκολάτα! Εμείς φάγαμε λίγο από όλα. Μετά από ένα δίωρο που αναγκαστικά έπρεπε να χωνέψουμε πήγαμε στην παραλία. Αυτήν τη φορά, η Κατερίνα έφερε ένα φουσκωτό και από εκεί κάναμε βουτιές. Παίξαμε και άλλα παιχνίδια με το φουσκωτό. Όταν βγήκαμε από τη θάλασσα αποφασίσαμε αντί για πικνίκ, να πάμε να φάμε έξω. Πήγαμε για μπάνιο στις ντουζιέρες και όταν ετοιμαστήκαμε συναντηθήκαμε και πήγαμε σε ένα ψητοπωλείο. Παραγγείλαμε σάντουιτς με σουβλάκι και πατάτες. Στο τέλος το μαγαζί πρόσφερε μία πιατέλα με πεντανόστιμα γλυκά. Όταν φύγαμε από το μαγαζί πήγαμε για μεσημεριανό ύπνο. Στις 5:00 πήγαμε για απογευματινό μπάνιο. Η θάλασσα είχε πολλά κύματα και ήταν θολή, αλλά δεν μας πείραξε. Εκείνη την ημέρα είχε έρθει ένας κύριος με βάρκες. Αποφασίσαμε να πάρουμε μία για 5 άτομα με πετάλι. Δύο άτομα έκαναν πετάλι. Όταν πήγαμε αρκετά βαθιά, κάναμε βουτιές από τη βάρκα  και  τσουλούσαμε από την τσουλήθρα που είχε. Όταν πέρασε μία ώρα μας έκανε σήμα ο κύριος για να γυρίσουμε. Μετά το μπάνιο, στις 8:00 πήγαμε στο σπίτι του Κωστή. Στην αρχή παίξαμε κάτι καινούργια επιτραπέζια, μετά μας έβαλε Κωστής μία κωμωδία με τον Τζόνι Ίγκλις. Έπεσε πολύ γέλιο· τόσο που μας πονούσε η κοιλιά. Όταν τελείωσε ήταν 11 και πήγαμε για ύπνο.

 

ΜΕΡΑ ΤΡΙΤΗ

          Το επόμενο πρωινό που ήταν και το τελευταίο φάγαμε κάτι πρόχειρο βάλαμε τα μπανιέρα μας και πήγαμε στην παραλία. Δυστυχώς δεν είχε κάτι το ξεχωριστό αυτό το μπάνιο. Αλλά ξαφνικά ήρθε μία σπουδαία ιδέα στην Αρετή. Πρότεινε να πάμε με τα ποδήλατα στην Τούζλα και να φάμε για μεσημεριανό σε ένα ψητοπωλείο, το οποίο ήταν παράξενο, αλλά και ωραίο. Ο λόγος ήταν ότι έπαιρνες την πίτα και έβαζε ότι ήθελες μόνος σου. Εκτός από τα συνηθισμένα είχε λαχανικά, τηγανιτά, ψητά και πολλά παράξενα άλλα πράγματα. Τουλάχιστον έτσι μας είπε· εκτός από αυτήν κανείς άλλος δεν το ήξερε αυτό το μαγαζί. Στις ντουζιέρες το συζητήσαμε και τελικά εγώ θα έπαιρνε το ποδήλατό της μεγάλης αδερφής της Κατερίνας. Είπαμε όμως να έχουμε γυρίσει ως τις 4:00 η ώρα. Πήγαμε να αλλάξουμε και να πάρουμε λεφτά. Σε ένα τέταρτο ήμασταν όλοι έτοιμοι. Ξεκινήσαμε με τα ποδήλατα για την Τούζλα έχοντας τα μπουκαλάκια γεμάτα με παγωμένο νερό. Η ζέστη ήταν τρομερή, γι΄αυτό κάναμε τρεις στάσεις για ξεκούραση. Στο τέλος μετά από περίπου μισή ώρα ποδηλασίας φτάσαμε στην Τούζλα. Ήταν 12 και πεινούσαμε πολύ. Το μαγαζί αυτό ήταν μικρό και  είχε ελάχιστο κόσμο. Ήταν, όπως ακριβώς μας το είχε περιγράψει η Αρετή. Εγώ είχα ενθουσιαστεί. Όταν ήρθε η ώρα να παραγγείλουμε, ήμουν αναποφάσιστη. Είχε τις επιλογές για μικρό ή μεγάλο σάντουιτς αλλά και απλά σε μερίδες. Πέρναμε ένα πιάτο και βάζαμε μόνοι μας ό,τι θέλαμε, ήταν σαν μπουφές. Εγώ τελικά πήρα ένα μεγάλο σάντουιτς με τηγανητά κολοκυθάκια τζατζίκι και τηγανιτές πατάτες και ένα μικρό σάντουιτς με ένα χοιρινό σουβλάκι και ένα σουβλάκι με πιπεριές. Τέλος στο πιάτο μου πρόσθεσα μία περίεργη σαλάτα με μαρούλι, ρόκα, πιπεριές και κάποια περίεργα αλλά νόστιμα σαλατικά. Όλα ήταν πεντανόστιμα! Μετά από αυτό το χορταστικό γεύμα αφού πληρώσαμε, πήγαμε στο διπλανό μαγαζί για παγωτό, το οποίο ήταν επίσης νόστιμο. Όταν χωνέψαμε, σηκωθήκαμε να φύγουμε. Όταν επιτέλους φτάσαμε ήταν 15:30. Κουρασμένοι πήγαμε στα σπίτια μας· εγώ, πριν κοιμηθώ ετοίμασα τη βαλίτσα μου, γιατί στις 7:00 θα ερχόταν το λεωφορείο, για να φύγω. Χωρίς να το καταλάβω είχαν περάσει τρεις μέρες. Αφού τελείωσα,  ψόφια από την ποδηλασία, έκανα έναν δίωρο ύπνο. Η Αρετή έπινε το κακάο της μπροστά στην τηλεόραση, όταν ξύπνησα. Έφτιαξα ένα κακάο και για μένα και καθίσαμε να δούμε στην τηλεόραση μια ωραία ταινία. Μετά την ταινία ετοιμάστηκα, για να πάμε στη στάση. Φορτώσαμε τα πράγματα στο αυτοκίνητο του μπαμπά της και ξεκινήσαμε. Η Αρετή θα ερχόταν μαζί μας. Το λεωφορείο ήρθε με πέντε λεπτά καθυστέρηση. Όταν ήρθε, αποχαιρέτησα την Αρετή και μετά, χωρίς να το καταλάβω βρέθηκα στο σπίτι μου να διηγούμαι στους γονείς μου αυτές τις τρεις υπέροχες ημέρες!!!

Το αστέρι 10