Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ

 Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ

Εἶναι εὔκολα κατανοητό ὅτι ἡ ἐτυμολογία, δηλαδή ἡ ἀληθινή καταγωγή τῶν λέξεων – ὀνομάτων, εἶναι βασικός ἄξονας στήν προσπάθεια ἐνεργοποίησης τοῦ μυαλοῦ. Ὅσον ἀφορᾷ τά μικρά παιδιά, δέν κινητοποιεῖ ἁπλῶς τό νοῦ τους, ἀλλά καί τά ἐνθουσιάζει καί τούς δίνει τήν αἴσθηση τῆς ζωντανῆς ἐπαφῆς μέ τήν πραγματικότητα. Οἱ λέξεις, οἱ ἔννοιες, τά ἀντικείμενα, ὅλα ἀποκτοῦν νόημα, φωτίζονται, γίνονται κατανοητά. Ἐπιπρόσθετα γνωρίζουν τά παιδιά τό μεγαλεῖο τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας ἀπό πρῶτο χέρι, ἀπό κοντά, γοητεύονται ἀπό αὐτό τό μεγαλεῖο, ἀγαποῦν τή γλῶσσά τους καί γίνονται πρόθυμα νά ἐμβαθύνουν περαιτέρω σέ αὐτήν.

 

Παραδείγματα

ἀστέρας

Κάτω ὑπάρχει ἡ γῆ ἡ εὐρύστερνος, τό αἰώνιο στέρεο βάθρο τῶν πάντων. Πάνω στήν στέρεα γῆ καί κατά τή γραμμή ἐπαφῆς τῶν ὀρέων καί τῶν ὁριζόντων ἀκουμπάει καί στηρίζεται ὁ οὐράνιος θόλος, μόνιμος, ἀμετάβλητος καί αἰώνιος καί αὐτή ἡ μονιμότητα καί ἡ σαθρότητα τῆς ἕδρασης τοῦ οὐρανοῦ στή γῆ τοῦ προσέδωσε τό ὄνομα … στερέωμα (= στερεωμένο, σταθερό, τό γνωστό στερέωμα τοῦ οὐρανοῦ).

Πάνω ὅμως σέ αὐτό τό σταθερό στερέωμα, διακρίνονταν λαμπερά σημάδια, τά ὁποῖα δέν ἦταν καθόλου σταθερά, ἀλλά ἐκινοῦντο, ἀνέτελλαν καί ἔδυαν, ἄλλαζαν πορεῖες, κατά ἐποχές ἐμφανίζονταν καί χάνονταν, μέ μία ὅμως αἰωνίως ἀμετάβλητη εὐταξία. Αὐτά τά φωτεινά κινητά σημάδια τοῦ οὐρανοῦ ὁ πρόγονος τά ὀνόμασε ἀστέρια, δηλαδή ἀ-στέρεα, ὄχι στερεωμένα, ἀλλά κινητά, σέ ἀντίθεση μέ τόν θόλο, τό στερέωμα πού ἀμετακίνητο ἑδράζεται στή γῆ.

 

Καρύδι

Κάθε ὄνομα πού δίνεται ὡς ταυτότητα στό κάθε τι ἀποσκοπεῖ στό νά περιγράψει, νά ἀποδώσει, νά διακρίνει τό κατ΄ ἐξοχήν, ἤ ἄν εἶναι δυνατόν ἀκόμη καί τό ἀποκλειστικό ξεχωριστό του χαρακτηριστικό, ἀφοῦ μέ αὐτό ἀκριβῶς τό ὄνομα θά ἐγγραφεῖ στά <δημοτολόγια> τῶν λεξικῶν καί στή γλῶσσα τῶν ἀνθρώπων.

Τό παραπάνω γίνεται λίγο πολύ σέ ὅλες ἴσως τίς γλῶσσες τοῦ κόσμου, στήν γλῶσσα μας ὅμως αὐτό θά μπορούσαμε νά ἰσχυριστοῦμε ὅτι ἀποτελεῖ κανόνα.

Στή συγκεκριμένη λ. καρύδι, κάρυον, ποιό εἶναι τό κύριο χαρακτηριστικό που περιγράφει ἡ λέξη; Περιγράφει νομίζουμε τό καρύδι ὡς ἕνα μικρό κεφάλι, ἕνα κεφαλάκι καί τοῦτο σημαίνει ἡ λ. κάρυον, δηλαδή μικρή κάρα. Τόσο τό κεφάλι ὅσο καί τό καρύδι ἔχουν ἕνα ἐξωτερικό σκληρό κέλυφος˙ ἡ κάρα τό ὀστέινο, καί τό καρύδι τό ξυλῶδες περικάρπιο.

Τό ἐσωτερικό τῆς κεφαλῆς φέρει τόν ἐντός αὐτῆς ἐγκέφαλο (= ἐν + κεφαλή) πού ἀποτελεῖται ἀπό λοβούς. Τό ἐσωτερικό τοῦ καρυδιοῦ περιέχει καί ἐκεῖνο λοβούς καταπληκτικά ὅμοιους ὡς πρός τόν σχηματισμό μέ αὐτούς τῆς κεφαλῆς.

Οἱ καταλυτικές αὐτές ὁμοιότητες τῆς κεφαλῆς (κάρας) ἔδωσαν τήν λ. κάρυον (ὑποκ. τῆς λ. κάρα), πού κυριολεκτικά σημαίνει μικρό κεφάλι, κεφαλάκι.

[ἀπό τό βιβλίο τῶν Γιάννη Πρινιανάκη – Βασίλη Φίλια «Τά ἡμαρτημένα τοῦ λεξικοῦ Μπαμπινιώτη, ἐκδ. Παπαζήση]

Γεννήθηκε στή Θεσσαλονίκη τό 1970 καί μεγάλωσε στίς Σέρρες. Τό 1992 ὁλοκλήρωσε τίς σπουδές του στό τμῆμα Κλασσικῆς Φιλολογίας τοῦ Α.Π.Θ. Τήν διετία 1994-96 ἐργάστηκε στό Παπάφειο Ἵδρυμα Θεσσαλονίκης ὡς φιλόλογος καί παιδαγωγός...

Υποσέλιδο ιστοτόπου