ΠΟΙΑ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ;

ΠΟΙΑ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ;


τῆς E. Ἀττανάση*

 

Σεβαστοὶ κύριες καὶ κύριοι, θὰ ἤθελα νὰ σᾶς εὐχαριστήσω γιὰ τὴν εὐκαιρία νὰ λάβω μέρος σ’αὐτὸ τὸ συνέδριο. Χαίρομαι πολύ.


Ἡ διδασκαλία τῶν κλασικῶν γλωσσῶν στὴν Ἰταλία, τὰ τελευταῖα διακόσια χρόνια, ἔχει τροποποιηθεῖ σὲ μεγάλο βαθμό, λόγω διαφόρων μεταρρυθμίσεων.


Γιὰ αἰῶνες, μετὰ τὸν Οὐμανισμό, τὰ Λατινικὰ ἦταν τὸ πιὸ σημαντικὸ μάθημα τοῦ προγράμματος σπουδῶν, ἡ μελέτη τῶν ὁποίων ἔχει καθοριστεῖ ἀπὸ τὴν Ratio studiorum τῶν Ἰησουιτῶν. Γιὰ πρώτη φορά, τὸ 1859, ὁ νόμος Casati εἰσήγαγε τὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ στὰ κλασικὰ σχολεῖα. Τὸ 1867 τὰ Ἑλληνικὰ διδάσκονταν μόνο στὰ Πανεπιστήμια τῆς Padova καὶ τῆς Pavia. Τὸ 1904, τὰ Ἑλληνικὰ ἔγιναν προαιρετικὸ μάθημα στὸ τελευταῖο ἔτος τοῦ λυκείου. Ἐπιτέλους, τὸ 1911, ὁ Ὑπουργὸς Credaro εἰσήγαγε τὴν ἀνάγνωση πρωτότυπων κειμένων ἀπὸ τὸν Ὅμηρο, τοὺς τραγικούς, τοὺς θεατρικοὺς συγγραφεῖς, κλπ.


Στὴν κοσμοπολίτικη σημερινὴ κοινωνία ὅπου ἡ Ἀγγλικὴ θεωρεῖται ἡ «μητρικὴ γλῶσσα» γιὰ τὴν ἐμπορικὴ ἐπικοινωνία, οἱ μαθητὲς συχνὰ ἀναρωτιοῦνται γιατί θὰ πρέπει νὰ μελετήσουν τὶς κλασικὲς γλῶσσες. Τὰ παιδιὰ πιστεύουν ὅτι ἡ Ἀρχαία Ἑλληνικὴ εἶναι μία «νεκρὴ γλῶσσα», γιατὶ κανεὶς δὲν τὴν χρησιμοποιεῖ πιὰ γιὰ νὰ ἐπικοινωνεῖ. Νομίζουν ὅτι τὰ Ἀγγλικά, ἀντίθετα, εἶναι πιὸ χρήσιμα γιατὶ τοὺς ἐξυπηρετoὺν στὴν καθημερινὴ καὶ στὴν ἐπαγγελματικὴ ζωὴ γιὰ νὰ ἔχουν ἐπαφὴ μὲ πελάτες ἀπὸ ὅλο τὸν κόσμο. Ὄντως, οἱ ἀρχαῖες γλῶσσες εἶναι τὰ πρωταρχικὰ μέσα ποὺ μᾶς προσφέρουν ἄμεση ἐπαφὴ μὲ τὴν ἀρχαιότητα, γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι σημαντικὸ νὰ διατηρήσουμε τὶς γνώσεις μας γι’ αὐτὲς ὅπως καὶ γιὰ τοὺς πολιτισμοὺς μέσα στοὺς ὁποίους αὐτὲς χρησιμοποιήθηκαν.  Αποτελούν μέρος τῆς κληρονομιᾶς μας, τῆς πολιτισμικῆς μας ὑποδομῆς καὶ τῆς αὐτογνωσίας τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ.  Χωρίς τὴν γνώση τοῦ παρελθόντος μας δὲν θὰ κατανοήσουμε πλήρως τὸ παρόν μας, οὔτε θὰ μπορέσουμε νὰ σχεδιάσουμε ὁλοκληρωμένα τὸ μέλλον μας. 

 
Ὡς ἐκ τούτου, ἡ μελέτη τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ ἐντάσσεται στὴν εὐρύτερη μελέτη τῆς ἱστορίας καὶ τῶν ριζῶν τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ μας καὶ λαμβάνει τροφὴ γιὰ τὴν πρόοδό του. Πράγματι, ὅπως ἕνα δέντρο μεγαλώνει μὲ διακλαδώσεις, συνεχίζοντας νὰ δίνει ὅλο καὶ περισσότερα φροῦτα καὶ παρέχει καταφύγιο σὲ ἄλλα ἔμβια ὄντα, ἔτσι ἡ Ἑλληνικὴ Γλῶσσα καὶ ὁ πολιτισμός της συνεχίζει νὰ εἶναι μία βάση γιὰ ἐμᾶς.


Ἡ ἐκμάθηση τῶν Ἑλληνικῶν παρέχει:
– βελτιωμένη γλωσσικὴ συνείδηση καὶ κατανόηση γενικῶς
– καλύτερη κατανόηση τῆς γραμματικῆς καὶ τῶν γραμματικῶν συστημάτων ποὺ μποροῦν νὰ ἀξιοποιηθοῦν γιὰ τὴν ἐκμάθηση σύγχρονων εὐρωπαϊκῶν γλωσσῶν
– πλουσιότερη χρήση τοῦ λεξιλογίου
– βελτιωμένη κατανόηση τῶν γλωσσικῶν δανείων καὶ παραγώγων
– ικανότητα ἐκφορᾶς τοῦ λόγου μὲ αὐξημένη ἀκρίβεια καὶ ὀρθότητα
– καλύτερη κατανόηση τῶν τρόπων μὲ τοὺς ὁποίους οἱ γλῶσσες συνδέονται μεταξύ τους.  


Πολλοὶ καθηγητὲς Γλωσσολόγοι, Ἀρχαιολόγοι, Ἱστορικοὶ κ.λπ. μίλησαν καὶ ὁμιλοῦν γιὰ τὴν ὀμορφιὰ τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας καὶ γιὰ τὸν βαθμὸ ποὺ ἐπηρέασε τὶς εὐρωπαϊκές. Ὅπως εἶπε ὁ Γάλλος ποιητὴς Claude Fauriel (1772 – 1884) «ἡ Ἑλληνικὴ Γλῶσσα συγκεντρώνει τὸν πλοῦτο καὶ τὴν ὁμοιογένεια τῆς γερμανικῆς, τὴν σαφήνεια τῆς γαλλικῆς, τὴν μουσικότητα τῆς ἰταλικῆς καὶ τὴν λυγεράδα τῆς ἱσπανικῆς». Ἡ Ἑλληνικὴ εἶναι μία ἀνεξάντλητη γλῶσσα, ποὺ ὄχι ἁπλῶς ἔχει ἐπιβιώσει ἐπὶ 3000 χρόνια, ἀλλὰ ζεῖ καὶ μέσα ἀπὸ ἄλλες, κυρίως εὐρωπαϊκές, γλῶσσες. Οἱ Ἕλληνες τοῦ Ὁμήρου, οἱ «Παναχαιοί», μιλοῦσαν τὴν ἴδια γλῶσσα ποὺ μιλοῦν καὶ οἱ σημερινοὶ Ἕλληνες, χρησιμοποιώντας τὶς ἴδιες λέξεις. Μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἡ γλῶσσα αὐτὴ μεταπλάσθηκε καὶ μετεξελίχθηκε μέσω τῶν περίφημων διαλέκτων, τῆς Αἰολικῆς, τῆς Δωρικῆς, τῆς Ἀττικῆς, τῆς Ἰωνικῆς. Ὕστερα ἡ γλῶσσα μορφοποιήθηκε καὶ ἐμπλουτίστηκε περαιτέρω κατὰ τὴν κλασικὴ περίοδο καὶ ἐπεκτάθηκε στὰ πέρατα τοῦ κόσμου κατὰ τὴν ἑλληνιστικὴ περίοδο. Ἐν συνέχεια διαδόθηκε μέσω τῆς λατινικῆς πρὸς ὅλες τὶς μετέπειτα εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες, οἱ ὁποῖες δανείσθηκαν τὴν μεγαλύτερη δυνατὴ παρακαταθήκη λέξεων, ριζῶν καὶ λημμάτων τῆς ὁμηρικῆς διαλέκτου.


Ἂς δοῦμε μὲ συγκεκριμένα στατιστικὰ στοιχεῖα τὴν ἐπιρροὴ τῆς Ἑλληνικῆς στὴν Ἰταλική. Ἡ καταγραφὴ καὶ μόνο τῶν κυριότερων κλάδων τῶν ἐπιστημῶν στὴν ἰταλικὴ καὶ στὶς ἄλλες γλῶσσες, μᾶς δίνει ἀνάγλυφα τὸ εὖρος τῆς ἐπίδρασης αὐτῆς: Antropologia, Astrologia, Astronomia, Biologia, Botanica, Cardiologia, Dattilografia, Deontologia, Dermatologia, Ecologia, Economia, Ematologia, Filologia, Filosofia, Fisica, Genealogia, Geografia, Geometria, Idrologia, Ittiologia, Logica, Matematica, Mitologia, Oftalmologia, Oncologia, Ornitologia, Paleontologia, Pediatria, Politica, Psichiatria, Semiologia, Speleologia, Teologia, Zoologia, κ.ἄ.


Ὅμως, δὲν εἶναι τὸ ὄνομα καὶ μόνο κάποιας ἐπιστήμης ἑλληνικό. Ἑλληνικὴ εἶναι καὶ ἡ ὁρολογία ποὺ χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴν περιγραφὴ καὶ τὴν ἐξέλιξή της. Ὁ λόγος εἶναι ὅτι οἱ Ἕλληνες δὲν βάπτισαν ἁπλὰ τὶς ἐπιστῆμες ἀλλὰ τὶς δημιούργησαν, τὶς καλλιέργησαν καὶ τὶς παρέδωσαν στὸν ὑπόλοιπο κόσμο.


Ἡ Ἑλλάδα ἀποτελεῖ τὴν κοιτίδα τῆς δημοκρατίας, τῆς φιλοσοφίας ὅπως καὶ ἄλλων ἐπιστημῶν. Ὅταν κατακτήθηκε ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, ἡ Ἑλλάδα μὲ τὴν σειρὰ τῆς «κατέκτησε» ὅλη τὴν Εὐρώπη. Ὁ λατίνος ποιητὴς Ὁράτιος, στὴν δεύτερη Ἐπιστολή του, πιστοποίησε τὴν κατάσταση αὐτὴ μὲ τὴν περίφημη φράση «Graecia capta ferum victorem cepit et artes intulit agresti Latio», «Ἡ κατειλημμένη Ἑλλάδα κατέλαβε τὸν ἄγριο νικητή της, καὶ ἔφερε τὶς τέχνες στὸ ἄξεστο Λάτιο».


Ὡς ἐκ τούτου, ἡ μελέτη τῆς Ἑλληνικῆς δὲν εἶναι μόνο ἡ μελέτη τῆς γλώσσας καὶ τῶν δομῶν τῆς γραμματικῆς της, ἀλλὰ εἶναι ἡ μελέτη τῶν πάντων σχετικὰ μὲ τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμό. Τὰ Ἑλληνικὰ καὶ τὰ Λατινικά μᾶς προσφέρουν τὸν καθρέφτη ἑνὸς κόσμου ποὺ ἐξαφανίστηκε καὶ ποὺ ἔχει σημαντικὴ ὀμορφιὰ καθὼς ἀντιπροσωπεύει τὶς ρίζες τοῦ πολιτισμοῦ μας. Ἂς θυμόμαστε τὴν πλούσια μυθολογία τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ: ὁ Δίας, ἡ Ἀφροδίτη, ὁ Αἴολος καὶ οἱ ἄλλες θεότητες ἀγαπιοῦνται γιὰ τὰ ἐλαττώματά τους καὶ γιὰ τὶς ἀξίες τους ποὺ εἶναι πάντα ἐπίκαιρες. Μπορεῖ νὰ αἰσθανόμαστε μακρινὴ τὴν νοοτροπία ὁρισμένων μεγάλων ἀριστουργήματων, ὅπως τὴν ἀντίληψη τῆς ζωῆς ποὺ παρουσιάζουν τὰ ὁμηρικὰ ἔπη. Ὅμως, τὸ ἐνδιαφέρον μας γιὰ τοὺς κλασικοὺς δὲν ὑποδηλώνει τὴν τήρηση τοῦ κώδικα ἠθικῆς συμπεριφορᾶς ποὺ κάποια ἔργα ἐκφράζουν, ἂν καὶ ὁρισμένα κείμενα, γραμμένα πρὶν ἀπὸ πολλοὺς αἰῶνες, περιγράφουν ὁρισμένες ἠθικὲς ἀξίες ποὺ ἰσχύουν ἀκόμη. Τὰ δράματα ποὺ ἀντιπροσωπεύονται στὶς τραγωδίες ἐνσαρκώνουν τὸ βαθύτερο φόβο τοῦ καθενός μας, τὶς ἀρνητικὲς ἐμπειρίες ποὺ κανεὶς δὲν θὰ μποροῦσε ποτὲ νὰ ζήσει. Γιὰ παράδειγμα ἡ Ἀντιγόνη θυσιάζει τὴν ζωή της στὸ ὄνομα τῆς ἀδελφικῆς ἀγάπης καί, μπροστὰ ἀπὸ τὴν ὕβρη τοῦ Κρέοντα, διακηρύσσει τὴν ἀνωτερότητα τῶν νόμων τῆς συνείδησης ἐνάντια στοὺς νόμους τοῦ κράτους.


Ἂν τὸ καθῆκον τῆς κάθε πολιτισμένης κοινωνίας εἶναι ἡ διατήρηση τῆς πολιτιστικῆς της κληρονομιᾶς καὶ ἡ μετάδοσή της στὶς μελλοντικὲς γενιές, αὐτὸ γίνεται, γιὰ μᾶς τοὺς Εὐρωπαίους, μὲ τὴν μελέτη τῆς Ἑλληνικῆς, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὸ μέσο προτίμησης γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς γνώσης, μέσα ἀπὸ γραπτὲς μαρτυρίες μιᾶς ἐξαιρετικῆς περιόδου τῆς ἱστορίας μας. Ὁ κλασικὸς κόσμος ἔχει θεμελιώδη ἱστορικὴ σημασία στὴν διαμόρφωση τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου, ἑνὸς πολίτη ποὺ ζεῖ σὲ μία ἐποχὴ ὅπου ἡ παγκοσμιοποίηση μπορεῖ νὰ προκαλέσει κρίση ταυτότητας. Ἂν ὁ δυτικὸς ἄνθρωπος θέλει νὰ διατηρήσει τὴν κλασική του παιδεία, πρέπει νὰ ἔχει τὴν ἱκανότητα νὰ σκέφτεται τὸ μέλλον του μὲ βάση τὴν κοινὴ κλασικὴ προέλευση.


Ἑπομένως, ἡ μελέτη τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ ἐνισχύει: 
– τὴν συνειδητοποίηση καὶ κατανόηση τῶν πολιτισμικῶν δεσμῶν μεταξὺ τῶν εὐρωπαϊκῶν γλωσσῶν
– τὴν βαθύτερη κατανόηση τῶν βασικῶν προτύπων καὶ τρόπων σκέψης
– τὴν ἱκανότητα νὰ ἐκτιμήσουμε τὸ παρὸν μὲ βάση τὸ παρελθόν. 


Γιὰ τοὺς λόγους αὐτοὺς καὶ μὲ σκοπὸ νὰ ἐνθαρρυνθοῦν οἱ νέοι νὰ προωθήσουν τὴν Ἀρχαία Ἑλληνικὴ Γλῶσσα ὡς μέσο διαβίβασης στοιχείων τῶν ἰδεῶν καὶ τῶν ἀνθρωπιστικῶν ἀξιῶν, κάθε χρόνο στὴν Ἰταλία διοργανώνονται ἐθνικοὶ καὶ διεθνεῖς διαγωνισμοὶ τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας καὶ κουλτούρας. Ἐδῶ μερικὰ παραδείγματα τῶν διαγωνισμῶν ποὺ ἔγιναν τὸ 2013:


  • Certamen ἐθνικὸ ἑλληνικῆς ποίησης (Reggio Calabria, Ἀπρίλιος 2013) προβλέπει τὴν μετάφραση ἑνὸς κειμένου ἀπὸ τὸν Φιλοκτήτη τοῦ Σοφοκλῆ μὲ σχόλια.
    · XXXIX Certamen classicum Florentinum (Firenze, Ἀπρίλιος 2013) μὲ τὴν μετάφραση ἑνὸς κειμένου ἀπὸ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ στὴν λατινικὴ μὲ τὴν κριτικὴ ἑρμηνεία.
    · VIII Διεθνὴς διαγωνισμὸς τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν «Gennaro Perrotta» (Termoli, Μάρτιος 2013) γιὰ τοὺς μαθητὲς ἐντὸς καὶ ἐκτὸς Εὐρώπης μὲ τὴν μετάφραση ἑνὸς ἀποσπάσματος ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ Σοφοκλῆ.
    · Ἀγὼν Πολυμάθειας (Bergamo, Μάρτιος 2013) ἐθνικὸς διαγωνισμὸς μὲ τὴν μετάφραση ἑνὸς κειμένου τοῦ Ὁμήρου
    · Διεθνὴς Ἀγὼν Ἑλληνικῶν (Τorino, Ἀπρίλιος 2013) μὲ τὴν μετάφραση ἑνὸς κειμένου μὲ φιλολογικὸ σχολιασμό.


Τέλος, δεδομένου ὅτι ὁ σκοπὸς τῆς διδασκαλίας τῶν κλασικῶν γλωσσῶν εἶναι ὑψηλός καί πρωταρχικῆς σημασίας, τὸ σχολεῖο τοῦ αὔριο δὲν μπορεῖ νὰ διαχωριστεῖ ἀπό τήν κλασικὴ παιδεία, διότι, ὅπως εἶπε ὁ Carlo Bo: «Δὲν ὑπάρχει μέλλον χωρὶς μνήμη τοῦ παρελθόντος». Ἔπειτα ἂν παραγκωνιστεῖ ἡ μελέτη τῶν Ἑλληνικῶν καὶ τοῦ πολιτισμοῦ θὰ ἦταν μία ἐπίθεση στὸ παρελθὸν καί, ὡς ἐκ τούτου, στὴν ἐλευθερία τοῦ παρόντος. Θὰ ἦταν ἡ τελικὴ ἀποκοπῆς τῶν ριζῶν χωρὶς τὶς ὁποῖες τὸ πλούσιο δέντρο τοῦ πολιτισμοῦ θὰ ξεκινήσει μία ἀργή, ἀδυσώπητη καὶ καταστροφικὴ κατάρρευση.


* Ἡ E. Ἀττανάση εἶναι Φιλόλογος ἀπό τὀ Soleto (Lecce, Italia).

ΠΗΓΗ : ΟΔΕΓ (ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ)